Πριν από τεσσεράμισι χρόνια Γαλλία και Γερμανία σήκωσαν στον ΟΗΕ μαζί το λάβαρο της διεθνούς νομιμότητας: Η διαχείριση διεθνών κρίσεων πρέπει να γίνεται αυστηρά στο πλαίσιο του Διεθνούς Οργανισμού, ήταν το μήνυμα που έστειλαν στην Ουάσιγκτον λίγο πριν από την επίθεση κατά του Ιράκ.
Σήμερα, Βερολίνο και Παρίσι βρίσκονται στους αντίποδες: Χθες, διπλωματικές πηγές στη γερμανική πρωτεύουσα τόνιζαν με έμφαση ότι η επιβολή νέων κυρώσεων κατά της Τεχεράνης πρέπει να γίνει στο πλαίσιο του ΟΗΕ.
Ετσι το Βερολίνο έρχεται σε ευθεία αντιπαράθεση με την Ουάσιγκτον, το Λονδίνο και το Παρίσι που δεν πιστεύουν ότι μπορεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας να προκύψει αποτελεσματική πίεση στην Τεχεράνη. Ειδικότερα η γερμανική τοποθέτηση βρίσκεται σε αντίθεση με τη γαλλική άποψη ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να αποφασίσει χωριστές κυρώσεις κατά του Ιράν.
Η θέση της Γερμανίας είναι θέση αρχής αλλά αβέβαιης αποτελεσματικότητας: Προϋποθέτει όχι μόνο τη συναίνεση της Ουάσιγκτον, του Λονδίνου και του Παρισιού, αλλά και τη σύμφωνη γνώμη της Μόσχας και του Πεκίνου για την κλιμάκωση των κυρώσεων κατά του Ιράν.
Με άλλα λόγια, το Βερολίνο διεκδικεί το ρόλο του διαμεσολαβητή που θα επιχειρήσει να γεφυρώσει τις θέσεις των δύο πλευρών σε έναν κοινό παρονομαστή. Σε κάθε περίπτωση, όμως, το Βερολίνο με την άρνησή του να αποδεχθεί την προσφυγή σε στρατιωτικά μέτρα βρίσκεται εκ των πραγμάτων πολύ πιο κοντά στο Πεκίνο και τη Μόσχα παρά στους τρεις Δυτικούς Εταίρους του.
Με αυτά τα δεδομένα έχει ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα να δούμε πώς θα εξελιχθεί η διαχείριση του προβλήματος του Κοσσυφοπεδίου, με άλλα λόγια αν το Βερολίνο θα επιχειρήσει και εκεί να διαδραματίσει μεσολαβητικό ρόλο και αν στην περίπτωση μονομερούς διακήρυξης ανεξαρτησίας θα υπάρξει διαφωνία Γαλλίας-Γερμανίας ως προς τη στάση που θα πρέπει να υιοθετήσει η Ε.Ε.
Αυτό που είναι υπεράνω πάσης αμφισβήτησης πλέον είναι η σαφής διαφοροποίηση της Γαλλίας και της Γερμανίας στη Διεθνή Σκηνή, αλλά και στους ενδοευρωπαϊκούς συσχετισμούς:
- Παρά την χωρίς περιστροφές προεκλογική τοποθέτηση της Μέρκελ, η κυβέρνηση του Μεγάλου Συνασπισμού -Χριστιανοδημοκράτες και Σοσιαλδημοκράτες- που βρίσκεται τα τελευταία δύο χρόνια στην εξουσία συνεχίζει τη γραμμή πλεύσης που χάραξαν οι Σρέντερ-Φίσερ. Ουδείς σήμερα στο Βερολίνο εισηγείται να διεκδικήσει η Γερμανία το ρόλο του προνομιακού εταίρου των ΗΠΑ -Partner in Leadership- που πρόσφεραν στις αρχές της δεκαετίας του 90 ο Μπους πατήρ και ο Κλίντον. Σημείο αναφοράς για τη γερμανική εξωτερική πολιτική παραμένουν οι καλές σχέσεις με τη Μόσχα δεδομένο που υπαγορεύει τον διαμεσολαβητικό ρόλο ανάμεσα στη Δύση και τη Ρωσία.
-Ο Σαρκοζί έχει δρομολογήσει μια ουσιαστική στροφή στη γαλλική εξωτερική πολιτική απόρροια του ευρωπαϊκού Μινιμαλισμού του, που αποτυπώθηκε στο πλαίσιο της υπό διαμόρφωση Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης της Ε.Ε. Στρέφεται προς τις ΗΠΑ διεκδικώντας τον ρόλο προνομιακού εταίρου όχι με αυταπάτες αλλά ως μονόδρομη επιλογή μετά τη διαπίστωσή του ότι η γαλλογερμανική συνεργασία στην Ευρωπαϊκή Ενωση άγγιξε τα όριά της.
Πώς θα διαμορφωθεί η γερμανική πολιτική στην Ε.Ε. και στη Διεθνή Σκηνή μετά τη στροφή Σαρκοζί; Η, για να διατυπωθεί καλύτερα το ερώτημα, το Βερολίνο θα περιορισθεί σε πρωτοβουλίες εθνικής εξωτερικής πολιτικής ή θα επιχειρήσει να δρομολογήσει νέα ευρωπαϊκή πρωτοβουλία μετά την έγκριση της Μεταρρυθμιστικής Συνθήκης;
Ένα πράγμα είναι σαφές: Η Γερμανία που δεν είναι και δεν θα γίνει στο ορατό μέλλον Μόνιμο Μέλος του Συμβουλίου Ασφάλειας του ΟΗΕ, δεν διαθέτει και δεν πρόκειται να αποκτήσει Πυρηνικά Όπλα, αλλά ούτε επαγγελματικό στρατό με δυνατότητα υπερπόντιας επέμβασης, όπως η Βρετανία και η Γαλλία, θα αποφύγει όσο της είναι δυνατόν την «εθνικοποίηση» της εξωτερικής της πολιτικής και θα επιδιώξει να προβάλει τον διαμεσολαβητικό της ρόλο ανάμεσα στη Δύση και στην Ρωσία σαν στάση που εκφράζει συνολικά τα ζωτικά συμφέροντα της Ε.Ε. των 27.
Πηγή: ΗΜΕΡΗΣΙΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου